Κυριακή, Σεπτεμβρίου 23, 2007

Είναι απολύτως αδύνατον να με αγαπάει με την ίδια αγάπη που τον αγαπώ

Από το ημερολόγιο της Πολυδούρη - 23 Ιουλίου 1922.

«Είναι απολύτως αδύνατον να με αγαπάει με την ίδια αγάπη που τον αγαπώ. Όταν είναι σιμά μου, έχιε μια τρέλα ακατανόητη, την οποία βέβαια θα μπορούσε να έχει μπροστά και σε μια άλλη γυναίκα που δεν θ' αγαπούσε [...[. Είχε χθες νεύρα πολλά [...]. Σε μια στιγμή του είπα: "Δε θέλω να με φιλείς", και μου απάντησε απότομα: "Θέλω εγώ" [...]. Το βράδυ φάγαμε μαζί σε μια μπίρα. Χλωμός, εξαντλημένος, με τις νευρικές χειρονομίες του, είχε μια γοητεία αλλιώτικη [...]. Δεν του λέω εντούτοις παρά ελάχιστα από όσα νιώθω σιμά του. Δεν ξέρω, μου φαίνεται πως δεν προσέχει· ασφαλώς, κρίνοντας από τον εαυτό του, θα λέει: "Τι υπερβολές, βρε αδερφέ!". Έτσι βρίσκω κ' εγώ κάθε λόγο αγάπης που θα μου ειπεί, υπερβολή. Δεν μιλεί, πολλές φορές, ψάχνοντας να βρει κάτι που θα μπορέσει να με χτυπήσει βαθιά. Έτσι τάχα μού δείχνει πως με αγαπάει, ενώ λέγοντας αυτά γελάει μέσα του, το ξέρω καλά. Η αρχή της αγάπης του ήτανε ένα ψέμα· γιατί τάχα να θέλω να είναι αλήθεια τώρα όσα μου λέει;».

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 22, 2007

1922 | Επιστολή του Καρυωτάκη στην Πολυδούρη

Μαρίκα μου,
Έλαβα χθες το γράμμα σου του Σαββάτου. Μου μετέδωσε όλη τη λύπη σου. Γιατί να υποφέρεις έτσι; Πρέπει να υπομείνεις αυτό το χωρισμό, αφού δε θα διαρκέσει πολύ. Προσπάθησε να διασκεδάζεις. Βγαίνε όσο μπορείς συχνότερα έξω. Πήγαινε με τις φίλες σου. Θα φύγεις και θα νοσταλγήσεις πάλι την ωραία πατρίδα σου.
Χρυσή μου, γιατί με ρωτάς αν πονώ στη σκέψη ότι μ' αγαπάς έτσι; Πονώ επειδή σ' αγαπώ περσότερο από όσο εφαντάστηκα ότι μπορούσα ν' αγαπήσω. Τι έχω κάμει λοιπόν για να μη με πιστεύεις ακόμη;
Πόσο καλό μου κάνουν τα γράμματά σου, όσο κι αν είναι γεμάτα από τη μελαγχολία σου εκείνη! Και πόσο είναι όμορφα γραμμένα! Ένα «Τάκη!» ή ένα «πού είσαι;», καθώς τα βάζεις εκεί που πρέπει, φτάνουν βαθιά ως την καρδιά μου.
Ήθελα πράγματι να ήμαστε, έστω και πουλιά, στο θαυμάσιο εκείνο τοπίο, όπως ήθελα να 'μαστε στο χωριό αυτό των Άλπεων, καλύτερα όμως -- το ομολογώ -- άνθρωποι, αλλά πιο απλοϊκοί, πιο ελεύθεροι από τώρα. Εν ανάγκη δε και Φρατέλοι. Τότε τουλάχιστο θα είχαμε την όμορφη αυτή γλώσσα σα να λέμε την αγάπη μας.

Με χίλια φιλιά
Κ.
01-06-1922


Επιστολή του Καρυωτάκη στην Πολυδούρη, γραμμένη πίσω από δύο δελτάρια που εικονίζουν ορεινά τοπία της Ιταλίας, συνοδευμένα από έντυπες λεζάντες ιταλικών στίχων.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 21, 2007

Για το ΠΕΛ ΜΕΛ

Από κείμενο του Χαρ. Σακελλαριάδη [στα Άπαντα, σ. 393].

Το καλοκαίρι του 1921, παραδομένος καθώς ήταν [ο Καρυωτάκης] στην μποέμικη ζωή [...], ζητώντας διαρκώς τρόπο ν' απαλλαχτεί από την τόσο καταθλιπτική γι' αυτόν υπαλληλική ζωή, βρήκε επιτέλους τον ακόλουθο: παρακολουθώντας κάπου κάπου θεατρικές επιθεωρήσεις, νομίσαμε πως θα μπορούσαμε και μεις να γράψουμε καμιά, και μάλιστα καλύτερη απ' αυτές που βλέπαμε [...]. Σκεφτόμαστε πως αν παιζόταν και πετύχαινε, ασφαλώς κατόπι θα μας ζητούσαν να γράψουμε κι άλλες, και μ' αυτόν τον τρόπο θα λύναμε το πρόβλημα της ζωής. Καθισμένοι λοιπόν στο ιστορικό καφενεδάκι του κήπου του Κλαυθμώνα [...], σκαρώναμε μαζί στιχάκια [...]. Η επιθεώρηση, που την εβάφτισε ο ίδιος Πελ-Μελ [= Φύρδην-Μίγδην], δεν αξιώθηκε τη μεγάλη τιμή να παιχτεί από κανένα καλοκαιρινό, ούτε καν από τους πλανόδιους θιάσους.

ΠΕΛ ΜΕΛ / VIII

VIII.

Τα παλιά μας τραγούδια, Πατρίδα,
δε θ' ακούσεις αυτή τη φορά·
μακρινής τώρα δόξας η αχτίδα
των παιδιών σου δεν είν' η χαρά.

Οι προγόνοι μας ήσαν μεγάλοι,
μα κι αντάξιοι τους είμαστ' εμείς,
των Ελλήνων η αλκή βρήκε πάλι
τα φτερά κάποιας νέας ορμής.

Και γεμίζει, Πατρίδα, τα στήθια
σαν υπόσχεση μια ευχή,
όσα ονείρατα γίναν αλήθεια
του θριάμβου σου να 'ν' η πηγή.

Δέκα χρόνια σωστά πολεμούμε
σε πελάγη, στεριές και βουνά,
από νίκη σε νίκη πετούμε,
από νίκη σε νίκη ξανά.

Τώρα πάλι εκεί στην Ασία
ο Τρανός Βασιλιάς οδηγεί
τους ανδρείους μας στην ελευθερία
που χαρίσαν στη σκλάβα τη γη.

Και με τον Κωνσταντίνο, με μια επλίδα,
με μια σκέψη, με μια καρδιά,
να κινήσουμε, ναι, για την Πατρίδα
και να μπούμε στην Άγια Σοφιά.

Το ρολογάκι

«Η ζωή μου είναι ένα ωραίο (τρόπος του λέγειν) ρολογάκι, το οποίον ο Παντοδύναμος έχει την καλοσύνη να κουρντίζει ακόμη κάθε πρωί».

Από επιστολή του Καρυωτάκη στον Χαρίλαο Σακελλαριάδη (31 Μαΐου 1925).

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 19, 2007

ΠΕΛ ΜΕΛ / VII

VII.

ΑΝΤΡΕΣ
Τώρα μέρες και καιρό
να μου δώσεις λαχταρώ
το θερμό σου φιλί.

ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Με τα λόγια τα γλυκά
και με χάδια τρυφερά
μ' έχεις κάνει τρελή.

ΑΝΤΡΕΣ
Έλα, έλα δω κοντά
για ν' ακούσεις πώς χτυπά
η καρδιά μου για σε.

ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Κ' εγώ θέλω να σου πω
πόσο, πόσο σ' αγαπώ,
αϊτέ μου χρυσέ.

ΑΝΤΡΕΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Γι' αυτούς έτσι που αγαπούν
όλα γύρω θα σιωπούν,
θ' ακούγωνται τα φιλιά
στης νυχτός τη σιγαλιά.

ΑΝΤΡΕΣ
Θα νυχτώσει και θα 'ρθει
το σκοτάδι το βαθύ,
θα 'ν' ο έρωτας [μας] κρυφός.

ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Τώρα μόνο δυο γλυκά
θα 'χω χείλη για δροσιά,
τη ματιά σου για φως.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 15, 2007

ΠΕΛ ΜΕΛ / VI

VI.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ
Ήλθον ενταύθα ο δύστηνος
αφήσας εσπευσμένως
τη σύζυγον μου οίκαδε
μονάχην, ο καημένος.

Ου μην αλλά και την τερπνήν
διέκοψα μελέτην,
μόλις προφθάσας πρόχειρον
να δέσω λαιμοδέτην.

Και κήρυξ ήλθον αρετής
εις τόπον απωλείας,
ένθα οι νέοι οδηγούν
διπυριτοκλεπτρίας

και λήσμονες, οι άθλιοι
της δόξης των προγόνων
εις όργια παραδίδονται
ερώτων πάνυ αγόνων.

ΓΚΑΡΣΟΝΙ
Η ευφράδεια του λόγου σου,
διδάσκαλε, μας τέρπει·
μ' αν θέλεις και του λόγου σου,
έχουμε την Ευτέρπη,

ενάρετον κοράσιον
σπανιωτάτου κάλλους,
που εφοίτησε τις γυμνάσιον
και προτιμά δασκάλους.

Μαθήματα ευχάριστα
ολίγα θα της δώσεις,
αν και γνωρίζει άριστα
τας κλίσεις και τας πτώσεις.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ
Οίμοι, παπαί, ιατταταί!
βαβαί και πάλιν οίμοι!
Θράσους ομοίου παράδειγμα
-- δεν με απατά η μνήμη --

ουδείς ποτέ ανέγραψε,
ουδείς των συγγραφέων.
Τι λόγοι σας εξέφυγαν
του έρκους των χειλέων;

Τον κεραυνόν σου, δος μοι, ω Ζευ,
ίνα τους κατακάψω!
Προτείνετε, αλιτήριοι,
φιλίαν να συνάψω

με διπυριτοκλεπτρίαν,
χυδαϊστί κοκόταν;
Να 'ταν τουλάχιστ' όμορφη,
επήγαινε κ' ερχόταν!

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2007

Επιστροφή x2

Η βροχή μας έφερε κοράκια
στο μυαλό σου τρίζουν ακόμα τα λάστιχα
του δρόμου.
Σφυράς στο μανιασμένοι άνεμο
μα δε σ' ακούει πια ούτε μια λύπη.
Ξεκίνησες να πας
κι ύστερα κρύφτηκες
επιστροφή
άλλη μια
μέχρι πότε;